Παντρεμένες Σαρδέλες!

Ένα ακόμα εξαιρετικό φαγάκι του αγαπημένου μου κ.Μαμαλάκη!



Υλικά για 6 άτομα

1 κιλό σαρδέλες καλά καθαρισμένες
5 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένες
ψιλοκομμένο μαϊντανό
αλάτι
ρίγανη
μαύρο & κόκκινο πιπέρι




 για τη σάλτσα:

χυμός λεμονιού από 3 λεμόνια
Ίση ποσότητα ελαιόλαδο
2 κουταλάκια του γλυκού μουστάρδα

Εκτέλεση

Ετοιμάζετε τη γέμιση Σ’ ένα μπόλ, ανακατεύετε τον ψιλοκομμένο μαϊντανό και τις 5 ψιλοκομμένες σκελίδες σκόρδο.
Ανοίγετε στη μέση τις σαρδέλες, αφαιρείτε τη ραχοκοκκαλιά τους, τις γεμίζετε με το μείγμα μαιντανού και τις ενώνετε ξανά. Επαναλαμβάνετε με όσες σαρδέλες θέλετε.
Τις πασπαλίζετε και από τις δυο πλευρές με ρίγανη, αλάτι, μαύρο και κόκκινο πιπέρι. Λαδώνετε μια σχάρα και τις ψήνετε και από τις δυο πλευρές.
Ετοιμάζετε τη σάλτσα Αναμιγνύετε το χυμό λεμονιού ,το ελαιόλαδο ,τη μουστάρδα και τα χτυπάτε με ένα πιρούνι μέχρι να γίνουν μία ομοιογενής πηχτή σάλτσα.
Όταν είναι έτοιμες, τις τοποθετείτε σε μια πιατέλα και περιχύνετε με τη σάλτσα και σερβίρετε!

Καλή επιτυχία!






"Ο Ζαχαρίας και η Σπιτική Μπεσαμέλ"

Το αγόρι της φωτογραφίας που κάθεται τάχα αμέριμνο και ξεφυλλίζει παιδικά βιβλία λέγεται Πάνος Χριστοδούλου. Έχει πατήσει τα 38 και είναι πλέον μπαμπάς!



Ήταν ο σοβαρός της παρέας, αμίλητος, αθόρυβος, με λεπτές κινήσεις στους καρπούς των χεριών του, εκφραστικές. Τότε ήμασταν μικροί και δουλεύαμε στον ημιόροφο της Χρήστου Λαδά. Αυτός, μεγαλύτερος από μένα και έμπειρος, πέρασε γρήγορα στο κεντρικό φύλο. Μεγάλη τύχη συγκριτικά! Ο Πάνος όμως στράβωσε νωρίς. Η δημοσιογραφία δεν του ‘κανε. Το γύρισε στη δικηγορία που την είχε σπουδάσει - την εξασκεί στο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες - και στη συγγραφή που ήταν το απωθημένο του.






Τα τελευταία δυο χρόνια είχαμε χαθεί. Ο Πάνος έγινε μπαμπάς της Σοφίας, σύζυγος της Τζοάννας και συγγραφέας παιδικών μυθιστορημάτων. Το τελευταίο του βιβλίο «Ο Ζαχαρίας και η Σπιτική Μπεσαμέλ» παρουσιάζεται την Παρασκευή στην Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης (12.00 – 13.00 στην Αίθουσα 2, Παιδική & Εφηβική Γωνιά, Εκδόσεις Κέδρος).






Ο Ζαχαρίας του λοιπόν αρνείται να μαγειρέψει τα τρόφιμα της κουζίνας γιατί είναι… φίλοι του. Ο αδίστακτος Τσιζμπεργκερίδης στρίβει χαιρέκακα το λιγδιασμένο του μουστάκι. Θα σωθεί άραγε το λαχταριστό εστιατόριο της Πασταφλόρινας που κινδυνεύει με λουκέτο;






Αυτό πήρα να τον ρωτήσω, διαβάζοντας το οπισθόφυλλο. «Δεν θα σου πω, να κάτσεις να διαβάσεις και ‘συ λίγο», απάντησε με ύφος αυστηρό. «Τι σχέση είχες εσύ με τα παιδιά;», συνέχισα. «Μικρός ήθελα να γίνω δάσκαλος». Και γιατί γράφεις; «Γιατί αφού δεν έγινα εκπαιδευτικός, βρήκα εναλλακτικό τρόπο να απευθύνομαι σ’ αυτούς που με καταλαβαίνουν».






Το γκουρμέ του μυθιστόρημα είναι το πέμπτο στη σειρά. Έχουν προηγηθεί «Ο Ναβίντ δεν ήρθε για διακοπές» (που είχε προταθεί για το Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας του Διαβάζω), «Τροχονόμος στα Κατσάβραχα», «Ο Ορέστης έχει ορέξεις και πόνο στην κοιλιά», «Το παιδί και τα θυμωμένα αστέρια».